Ο Νίκος Παπαδογιάννης πιστεύει ότι η χωρίς Γιάννη Εθνική πήρε καλό βαθμό σε ενα διαγώνισμα που δεν την ευνοούσε ιδιαίτερα.
To τελευταίο φιλικό της Εθνικής πριν το Μουντομπάσκετ, με την υπολογίσιμη Βενεζουέλα, ήταν αυτό ακριβώς που χρειαζόταν η ομάδα: ένα τεστ στο «σετ» παιχνίδι, πέντε εναντίον πέντε, για την ώρα της ανάγκης, όταν μπει στα γκάζια κόφτης.
Ομολογώ ότι δεν περίμενα τόσο ενθαρρυντική εικόνα. Μπορεί να χαμήλωσε ο πήχυς της παραγωγικότητας στους 74 πόντους, αναμενόμενο άλλωστε, αλλά η Εθνική λειτούργησε σωστά και έδωσε την εντύπωση καλοδουλεμένου συνόλου.
Στα μετόπισθεν παρουσιάστηκαν προβληματάκια (κυρίως στην περιφερειακή άμυνα), αλλά όταν το κοντέρ γράφει 51 είναι άκυρο να ξεσπάσει γκρίνια.
Ακόμα και χωρίς τον Γιάννη Αντετοκούνμπο (που, με διαβεβαίωσαν, «δεν έχει απολύτως τίποτε ανησυχητικό»), το ποσοστό του αντιπάλου στα δίποντα κόλλησε στο αβυσσαλέο 32 τοις εκατό.
Αυτόν τον δείκτη, ουδεμία ομάδα μπόρεσε να τον ανεβάσει πάνω από το 45% μέσα στο ελληνικό ναρκοπέδιο: 44% οι Τούρκοι, 38% οι Ιταλοί, 43% οι Σέρβοι, 38% οι Δομινικανοί, τους άλλους δεν τους αναφέρω καν.
Την ίδια ώρα, το αντίστοιχο ποσοστό της Εθνικής μας στα δίποντα κυμαινόταν από το 50% της αναμέτρησης με τους γίγαντες της Σερβίας μέχρι κάτι ξεγυρισμένα 65άρια.
Σε αυτή την «ψαλίδα» -με δεύτερο κλειδί τον εμφανώς βελτιωμένο Παπαγιάννη- εδράζεται κατ’ αρχήν η πηγή της αισιοδοξίας. Μετρήστε πόσους παραπανίσιους πόντους προσφέρει η ρακέτα στην Εθνική μας και θα συμφωνήσετε.
Το γράφω για πολλοστή φορά, η επιμονή και μεθοδικότητα με την οποία η ελληνική ομάδα ακουμπάει τη μπάλα στο «ποστ» απέναντι σε οργανωμένη άμυνα μοιάζει βγαλμένη από υπολογιστή.
Και με πολλούς διαφορετικούς παίκτες, όχι απαραίτητα ψηλούς. Ακόμα και ο Μάντζαρης έπιασε θέση «χαμηλά» στο σημερινό φιλικό!
Η σωστή κυκλοφορία της μπάλας μέσα-έξω και το «σκεπτόμενο», με το συμπάθιο, μπάσκετ, γέννησαν και αυτή τη φορά πληθώρα ελεύθερων περιφερειακών σουτ.
Η Εθνική πέτυχε με άνεση 10 τρίποντα (με 7 δράστες και 7 πασέρ), χωρίς να υπερβάλλει εαυτόν κάποιους από τους παίκτες της. Ουδέποτε μπούκωσε και ουδέποτε έγινε υπερβολικά προβλέψιμη. Οι αιφνιδιασμοί ήταν λιγότεροι, αλλά μαζί τους μειώθηκε και ο αριθμός των λαθών.
Απέναντι στους πρωταθλητές Νότιας Αμερικής, το «Σχέδιο Β» λειτούργησε καλά, έστω χωρίς Σλούκα. Δεν γινόταν να τους σώσει ούτε ο Μαδούρο ούτε ο Γουαϊδό.
Ο Βαγγέλης Μάντζαρης ήταν ο κορυφαίος όλων, αλλά το δεύτερο ημίχρονο φρέναρε όσους βιάζονταν να δηλώσουν στη FIBA τη φανέλα με το 17 για την τελική δωδεκάδα.
Ο Αντώνης Κόνιαρης ήρθε από τον πάγκο και υπενθύμισε τα δικά του διαπιστευτήρια και μάλιστα στη θέση «2», περισσότερο σε ρόλο Σλούκα (ή Λαρεντζάκη) παρά σε ρόλο Καλάθη. Ήταν μία απρόσμενη κίνηση από τον Θανάση Σκουρτόπουλο, με πολύ ευχάριστα αποτελέσματα.
Κανένας από τους δύο γκαρντ δεν «αξίζει» να κοπεί, αλλά αυτό ισχύει και για τους 13 παίκτες της αποστολής. Μήπως βρισκόμαστε προ εκπλήξεως; Ο προπονητής ξέρει καλύτερα.
Το μοναδικό εμφανές μειονέκτημα της ομάδας είναι ότι τα ψηλά της σχήματα μοιάζουν κάπως βαριά, με όσα αυτό συνεπάγεται για τις αμυντικές περιστροφές και για το κατέβασμα της μπάλας υπό πίεση. Τότε είναι που η Εθνική εμφανίζεται θνητή και κάπως ευάλωτη.
Βεβαίως, η επιστροφή του Κώστα Σλούκα θα φέρει ευελιξία και σιγουριά, απέναντι σε ομάδες με πολλούς ικανούς και μικρόσωμους γκαρντ.
Χρειάζεται ωστόσο υψηλή αυτοσυγκέντρωση και προσήλωση, αφού οι τρομαγμένοι από την αμυντική κυριαρχία του Γιάννη (και όχι μόνο) αντίπαλοι θα προσπαθήσουν να νικήσουν την Εθνική μας από τα 6μ75.
Δεν είναι μικρό παθητικό τα 21 τρίποντα με τα οποία φόρτωσαν το ελληνικό καλάθι τα παιδιά της Καραϊβικής το τελευταίο διήμερο, ούτε τα 32+35 που εκτέλεσαν, υπό αρκετά καλές συνθήκες. Υπάρχουν και αντίπαλοι στην εξίσωση. Ας μη το ξεχνάμε αυτό.
Η Εθνική μας μετακομίζει πια στη Ναντζίνγκ και εγώ φτιάχνω σιγά σιγά τη βαλίτσα μου για να συναντήσω την αποστολή στην πρώτη από τις τέσσερις κινεζικές πόλεις που αναμένεται να γνωρίσουμε μαζί.
Ξορκίζω την κακοτυχία που καραδοκεί σε κάθε γωνία και καταθέτω την αισιοδοξία μου, τουλάχιστον για μία θέση στην οχτάδα, αν όχι για ψηλότερα.
Η φετινή Εθνική μπορεί να έχει τα μειονεκτήματά της, αλλά είναι αναμφίβολα η πιο δυνατή που παρουσιάσαμε μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου. Κάτι μας χρωστάει, αν θυμάστε, η Κίνα.
Τα υπόλοιπα θα τα συζητήσουμε στα τέσσερα γεμάτα 24ωρα που μεσολαβούν μέχρι το τζάμπολ και στο λαμπερό 15ήμερο της γιορτής. Ομολογώ, ότι ανυπομονώ.
www.gazzetta.gr
To τελευταίο φιλικό της Εθνικής πριν το Μουντομπάσκετ, με την υπολογίσιμη Βενεζουέλα, ήταν αυτό ακριβώς που χρειαζόταν η ομάδα: ένα τεστ στο «σετ» παιχνίδι, πέντε εναντίον πέντε, για την ώρα της ανάγκης, όταν μπει στα γκάζια κόφτης.
Ομολογώ ότι δεν περίμενα τόσο ενθαρρυντική εικόνα. Μπορεί να χαμήλωσε ο πήχυς της παραγωγικότητας στους 74 πόντους, αναμενόμενο άλλωστε, αλλά η Εθνική λειτούργησε σωστά και έδωσε την εντύπωση καλοδουλεμένου συνόλου.
Στα μετόπισθεν παρουσιάστηκαν προβληματάκια (κυρίως στην περιφερειακή άμυνα), αλλά όταν το κοντέρ γράφει 51 είναι άκυρο να ξεσπάσει γκρίνια.
Ακόμα και χωρίς τον Γιάννη Αντετοκούνμπο (που, με διαβεβαίωσαν, «δεν έχει απολύτως τίποτε ανησυχητικό»), το ποσοστό του αντιπάλου στα δίποντα κόλλησε στο αβυσσαλέο 32 τοις εκατό.
Αυτόν τον δείκτη, ουδεμία ομάδα μπόρεσε να τον ανεβάσει πάνω από το 45% μέσα στο ελληνικό ναρκοπέδιο: 44% οι Τούρκοι, 38% οι Ιταλοί, 43% οι Σέρβοι, 38% οι Δομινικανοί, τους άλλους δεν τους αναφέρω καν.
Την ίδια ώρα, το αντίστοιχο ποσοστό της Εθνικής μας στα δίποντα κυμαινόταν από το 50% της αναμέτρησης με τους γίγαντες της Σερβίας μέχρι κάτι ξεγυρισμένα 65άρια.
Σε αυτή την «ψαλίδα» -με δεύτερο κλειδί τον εμφανώς βελτιωμένο Παπαγιάννη- εδράζεται κατ’ αρχήν η πηγή της αισιοδοξίας. Μετρήστε πόσους παραπανίσιους πόντους προσφέρει η ρακέτα στην Εθνική μας και θα συμφωνήσετε.
Το γράφω για πολλοστή φορά, η επιμονή και μεθοδικότητα με την οποία η ελληνική ομάδα ακουμπάει τη μπάλα στο «ποστ» απέναντι σε οργανωμένη άμυνα μοιάζει βγαλμένη από υπολογιστή.
Και με πολλούς διαφορετικούς παίκτες, όχι απαραίτητα ψηλούς. Ακόμα και ο Μάντζαρης έπιασε θέση «χαμηλά» στο σημερινό φιλικό!
Η σωστή κυκλοφορία της μπάλας μέσα-έξω και το «σκεπτόμενο», με το συμπάθιο, μπάσκετ, γέννησαν και αυτή τη φορά πληθώρα ελεύθερων περιφερειακών σουτ.
Η Εθνική πέτυχε με άνεση 10 τρίποντα (με 7 δράστες και 7 πασέρ), χωρίς να υπερβάλλει εαυτόν κάποιους από τους παίκτες της. Ουδέποτε μπούκωσε και ουδέποτε έγινε υπερβολικά προβλέψιμη. Οι αιφνιδιασμοί ήταν λιγότεροι, αλλά μαζί τους μειώθηκε και ο αριθμός των λαθών.
Απέναντι στους πρωταθλητές Νότιας Αμερικής, το «Σχέδιο Β» λειτούργησε καλά, έστω χωρίς Σλούκα. Δεν γινόταν να τους σώσει ούτε ο Μαδούρο ούτε ο Γουαϊδό.
Ο Βαγγέλης Μάντζαρης ήταν ο κορυφαίος όλων, αλλά το δεύτερο ημίχρονο φρέναρε όσους βιάζονταν να δηλώσουν στη FIBA τη φανέλα με το 17 για την τελική δωδεκάδα.
Ο Αντώνης Κόνιαρης ήρθε από τον πάγκο και υπενθύμισε τα δικά του διαπιστευτήρια και μάλιστα στη θέση «2», περισσότερο σε ρόλο Σλούκα (ή Λαρεντζάκη) παρά σε ρόλο Καλάθη. Ήταν μία απρόσμενη κίνηση από τον Θανάση Σκουρτόπουλο, με πολύ ευχάριστα αποτελέσματα.
Κανένας από τους δύο γκαρντ δεν «αξίζει» να κοπεί, αλλά αυτό ισχύει και για τους 13 παίκτες της αποστολής. Μήπως βρισκόμαστε προ εκπλήξεως; Ο προπονητής ξέρει καλύτερα.
Το μοναδικό εμφανές μειονέκτημα της ομάδας είναι ότι τα ψηλά της σχήματα μοιάζουν κάπως βαριά, με όσα αυτό συνεπάγεται για τις αμυντικές περιστροφές και για το κατέβασμα της μπάλας υπό πίεση. Τότε είναι που η Εθνική εμφανίζεται θνητή και κάπως ευάλωτη.
Βεβαίως, η επιστροφή του Κώστα Σλούκα θα φέρει ευελιξία και σιγουριά, απέναντι σε ομάδες με πολλούς ικανούς και μικρόσωμους γκαρντ.
Χρειάζεται ωστόσο υψηλή αυτοσυγκέντρωση και προσήλωση, αφού οι τρομαγμένοι από την αμυντική κυριαρχία του Γιάννη (και όχι μόνο) αντίπαλοι θα προσπαθήσουν να νικήσουν την Εθνική μας από τα 6μ75.
Δεν είναι μικρό παθητικό τα 21 τρίποντα με τα οποία φόρτωσαν το ελληνικό καλάθι τα παιδιά της Καραϊβικής το τελευταίο διήμερο, ούτε τα 32+35 που εκτέλεσαν, υπό αρκετά καλές συνθήκες. Υπάρχουν και αντίπαλοι στην εξίσωση. Ας μη το ξεχνάμε αυτό.
Η Εθνική μας μετακομίζει πια στη Ναντζίνγκ και εγώ φτιάχνω σιγά σιγά τη βαλίτσα μου για να συναντήσω την αποστολή στην πρώτη από τις τέσσερις κινεζικές πόλεις που αναμένεται να γνωρίσουμε μαζί.
Ξορκίζω την κακοτυχία που καραδοκεί σε κάθε γωνία και καταθέτω την αισιοδοξία μου, τουλάχιστον για μία θέση στην οχτάδα, αν όχι για ψηλότερα.
Η φετινή Εθνική μπορεί να έχει τα μειονεκτήματά της, αλλά είναι αναμφίβολα η πιο δυνατή που παρουσιάσαμε μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου. Κάτι μας χρωστάει, αν θυμάστε, η Κίνα.
Τα υπόλοιπα θα τα συζητήσουμε στα τέσσερα γεμάτα 24ωρα που μεσολαβούν μέχρι το τζάμπολ και στο λαμπερό 15ήμερο της γιορτής. Ομολογώ, ότι ανυπομονώ.
www.gazzetta.gr
Δημοσίευση σχολίου